- παραβαπτιστής
- παραβαπτ-ιστής, οῦ, ὁ,A false dyer: hence, metaph., impostor, Arr.Epict.2.9.21.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
παραβαπτιστής — ὁ, Α [παραβαπτίζω] 1. αυτός που τελεί το βάπτισμα και το χρίσμα αντικανονικά 2. απατεώνας … Dictionary of Greek
παραβαπτισταί — παραβαπτιστής false dyer masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
παραβαπτιστήν — παραβαπτιστής false dyer masc acc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
παραβαπτιστάς — παραβαπτιστά̱ς , παραβαπτιστής false dyer masc acc pl παραβαπτιστά̱ς , παραβαπτιστής false dyer masc nom sg (epic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)